μπαγκατέλα

μπαγκατέλα
Σύμφωνα με την κυριολεκτική σημασία της λέξης (παράγεται από το λατινικό baca = μικρό πράγμα), ο όρος σημαίνει στη μουσική μια σύνθεση σύντομη, εύκολη και ελαφριά. Την εισήγαγε ο Φρανσουά Κουπερέν και έγινε δεκτή επανειλημμένα από τον Μπετόβεν, ο οποίος κατάφερε να ξεπεράσει κατά πολύ την απλοϊκότητα της μουσικής της μορφής, φτάνοντας σε θαυμάσια αποτελέσματα. Ιδιαίτερα περίφημες είναι οι 7 μ. του op. 33, που δημοσιεύτηκαν το 1801 (δεύτερη έκδοση).
* * *
η
1. ευτελές και ασήμαντο πράγμα
2. μουσ. σύντομο κομμάτι, συνήθως για πιάνο
3. στον πληθ. οι μπαγκατέλες
λόγια ανόητα και αβάσιμα, κουροφέξαλα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. bagattella].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • μπαγκατέλα — η (λ. ιταλ.), ασήμαντο πράγμα, ασυνάρτητα λόγια: Λέει πάντα μπαγκατέλες …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”